- περιηγηματικός
- περιηγηματικόςdescriptivemasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
περιηγηματικός — ή, όν, Α [περιήγημα, ατος] αυτός που αναφέρεται στην περιήγηση, περιγραφικός … Dictionary of Greek
Ekphrasis — Le bouclier d Achille sur une fresque de Pompéi, I er s. ap. J. C.[1] Une ekphrasis[2], au … Wikipédia en Français